Βραχυπρόθεσμα η πολλή ζάχαρη προσθέτει βάρος και αίσθημα κόπωσης. Μακροπρόθεσμα, η πολλή ζάχαρη συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο χρόνιων ασθενειών, όπως ο διαβήτης τύπου 2, καρδιαγγειακά νοσήματα και καρκίνο. Οι ειδικοί μας προειδοποιούν αλλά μας δίνουν και λύσεις για να την περιορίσουμε σταδιακά από τη ζωή μας και να μπορούμε να κάνουμε και χωρίς αυτήν.
Σύμφωνα με έρευνες, η ζάχαρη εκτός από την κατανάλωση της σε ροφήματα, υπάρχει κρυμμένη παντού, στο σπίτι, στα δεκάδες έτοιμα τρόφιμα πρωινού, σχεδόν σε όλες τις επεξεργασμένες τροφές και φυσικά σε όλα τα γλυκά.
Σύμφωνα με τις Διατροφικές Κατευθυντήριες της Αμερικανικής Εταιρίας Διατροφής, ένας μέσος Αμερικανός καταναλώνει ημερησίως 17 κουταλάκια του γλυκού ζάχαρη, προσθέτοντας 270 επιπλέον θερμίδες στον οργανισμό του. Το 2015, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) πρότεινε τη μείωση της ζάχαρης στο 5% των ημερήσιων θερμίδων. Άρα, για κάθε 2.000 θερμίδες που λαμβάνει καθημερινά ένας μέσος άνθρωπος, η ζάχαρη δεν πρέπει να ξεπερνά τις 100 θερμίδες, άλλα τα 6 κουταλάκια του γλυκού, το μέγιστο.
Τα συμπτώματα της πολλής ζάχαρης:
Χαμηλά επίπεδα ενέργειας: Σύμφωνα με έρευνα του 2019, μία ώρα μετά την πρόσληψη ζάχαρης, όσοι την κατανάλωσαν ένιωθαν κουρασμένοι και λιγότερο έτοιμοι να ανταποκριθούν σε όποιο κάλεσμα ή ανάγκη.
Χαμηλή διάθεση: Σε έρευνα του 2017 βρέθηκε ότι η υψηλή πρόσληψη ζάχαρης αυξάνει τα ποσοστά κατάθλιψης και διαταραχής της διάθεσης σε άντρες.
Πρήξιμο: Σύμφωνα με την ιατρική σχολή του John Hopkins, συγκεκριμένοι τύποι ζάχαρης μπορεί να προκαλέσουν μετεωρισμό και πρήξιμο, κυρίως σε ανθρώπους με ευερέθιστο έντερο ή με σύνδρομο εντερικής μικροβιακής υπερανάπτυξης.
Οι επιπτώσεις της μεγάλης πρόσληψης ζάχαρης και στον καρκίνο του μαστού
Η παχυσαρκία, ο διαβήτης τύπου 2, οι καρδιοαγγειακές παθήσεις, η υψηλή αρτηριακή πίεση, το γερασμένο δέρμα και ο καρκίνος συγκαταλέγονται ανάμεσα στις παθήσεις που πυροδοτούνται από την πρόσληψη ζάχαρης.
Η κατανάλωση της ζάχαρης μπορεί να προκαλέσει φλεγμονές και οξειδωτικό στρες και φυσικά να οδηγήσει στην παχυσαρκία. Οι παράγοντες αυτοί αυξάνουν σημαντικά τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου. Σύμφωνα με μελέτες που δημοσιεύθηκαν στο Annual Review of Nutrition βρέθηκαν πως ο αυξημένος κίνδυνος καρκίνου κυμαίνεται μεταξύ 23 – 200%, ενώ μία άλλη μελέτη βρήκε ότι η αύξηση ορισμένων μορφών καρκίνου εξαιτίας της κατανάλωσης ζαχαρωδών ποτών, φτάνει στο 59%, ενώ το υπερβάλλον βάρος από την πρόσληψη της ζάχαρης εντοπίζεται κυρίως στην κοιλιακή χώρα.
Το λίπος στην κοιλιά ενοχοποιείται για καρκίνο στον μαστό, ενώ η παχυσαρκία αποτελεί από τους πιο σημαντικούς κινδύνους ανάπτυξης της νόσου. Η αποφυγή της ζάχαρης είναι εύκολη, όταν αυτή γίνεται σταδιακά. Ο οργανισμός μας γρήγορα συνηθίζει τις λιγότερο γλυκές ουσίες, ενώ όσο τα αποτελέσματα είναι θεαματικά στο σώμα μας και στην ενέργεια μας, μας παροτρύνει στην ακόμη μεγαλύτερη μείωση της.