Ισχυρά επιχειρήματα για την αναγκαιότητα των απεικονιστικών ελέγχων

«Είναι πολύ σημαντικό οι γυναίκες και οι γιατροί τους, να καταλάβουν ότι τελευταία γίνεται προσπάθεια να περιοριστεί η πρόσβαση στον απεικονιστικό έλεγχο του μαστού. Δυστυχώς, αυτό βασίζεται σε δεδομένα από μελέτες που δεν έγιναν σωστά και η ανάλυσή τους δεν έγινε με επιστημονικό τρόπο»

«Είναι πολύ σημαντικό οι γυναίκες και οι γιατροί τους, να καταλάβουν ότι τελευταία γίνεται προσπάθεια να περιοριστεί η πρόσβαση στον απεικονιστικό έλεγχο του μαστού. Δυστυχώς, αυτό βασίζεται σε δεδομένα από μελέτες που δεν έγιναν σωστά και η ανάλυσή τους δεν έγινε με επιστημονικό τρόπο»

Απόσπασμα από τη συνέντευξη του Δρ Ντάνιελ Κόπανς
Καθηγητής του τμήματος Ακτινολογίας, Ιατρική Σχολή Πανεπιστημίου HarvardΔιευθυντής τμήματος Απεικόνισης Μαστού, Γενικό Νοσοκομείο Μασαχουσέτης

 

«Μου προκαλούν ιδιαίτερο προβληματισμό οι πρόσφατες τοποθετήσεις κάποιων επιστημόνων που υποστηρίζουν ότι στον καρκίνο του μαστού, γίνεται υπερδιάγνωση, δηλαδή ότι εντοπίζονται και αντιμετωπίζονται καρκίνοι που δεν θα έβλαπταν ποτέ κανέναν και θα εξαφανίζονταν μόνοι τους.

Για παράδειγμα, το άρθρο που δημοσιεύθηκε στο New England Journal of Medicine πριν από ένα χρόνο, υποστήριζε ότι μόνο το 2008 καταγράφηκαν 70.000 περιστατικά καρκίνου του μαστού, που δεν θα είχαν εμφανιστεί, εάν δεν είχε γίνει εξέταση με μαστογραφία. Ο τρόπος με τον οποίο έγινε η μελέτη ήταν λανθασμένος καθώς βασίστηκε σε εκτιμήσεις και συμπεράσματα που δεν ήταν σωστά. Κανείς δεν έχει δει μέχρι σήμερα έναν καρκίνο του μαστού, να εξαφανίζεται μόνος του κι όμως εκείνοι υποστηρίζουν ότι υπήρξαν 70.000 τέτοιοι καρκίνοι σε έναν μόνο χρόνο! Οι καρκίνοι που εντοπίζονται με τη βοήθεια της μαστογραφίας είναι πραγματικοί καρκίνοι και αν αφεθούν ανεξέλεγκτοι, τελικά θα αποδειχθούν μοιραίοι.

Το άλλο πρόβλημα είναι ότι υπάρχει μια μελέτη που έγινε τη δεκαετία του ’80, η γνωστή ως Καναδική μελέτη. Ασχολήθηκα προσωπικά αναλύοντας τις μαστογραφίες τους και γνωρίζω πολλές λεπτομέρειες. Δυστυχώς, η μελέτη ήταν εξ αρχής αδύναμη. Πρώτα απ’ όλα, ήταν μια μελέτη σχετικά με τη μαστογραφία κι όμως χρησιμοποιήθηκαν μηχανήματα χαμηλής ποιότητας, πράγμα το οποίο παραδέχθηκαν και οι γιατροί που συμμετείχαν σε αυτή. Το μεγαλύτερο πρόβλημα όμως με τη συγκεκριμένη μελέτη είναι ότι όταν κάνεις μια τυχαιοποιημένη ελεγχόμενη δοκιμή, χρειάζεται να χωρίσεις μια μεγάλη ομάδα γυναικών, τυχαία σε δυο ομάδες, έτσι ώστε και οι δύο τελικά να είναι ίδιες. Δηλαδή,  ίδιος αριθμός γυναικών θα εμφανίσει καρκίνο στην ομάδα Α όπως στην ομάδα Β και ίδιος αριθμός θα πεθάνει από καρκίνο του μαστού αν δεν κάνεις τίποτε άλλο. Σε αυτήν τη μελέτη, παραβίασαν έναν θεμελιώδη κανόνα των τυχαιοποιημένων ελεγχόμενων δοκιμών, προχωρώντας σε κλινική εξέταση σε όλες τις γυναίκες πριν τις χωρίσουν τυχαία. Επομένως γνώριζαν ποιες είχαν ψηλαφητά ογκίδια στο μαστό και ποιες είχαν διογκωμένους λεμφαδένες. Δεν ήταν λοιπόν ένας τυχαίος καταμερισμός και δυστυχώς αυτό υποβάθμισε όλη τη δοκιμή.

Αποτυχημένες δοκιμές δεν θα πρέπει να χρησιμοποιούνται για να αξιολογούν την αποτελεσματικότητα της μαστογραφίας!

Όσοι αντιτίθενται στη μαστογραφία, υποστηρίζουν ότι το παν είναι η θεραπεία. Είναι γνωστό ότι οι θεραπείες έχουν βελτιωθεί σημαντικά με το πέρασμα του χρόνου, όμως αν συζητήσεις με γιατρούς σε πανεπιστήμια, όλοι θα σου πουν ότι σώζουν ζωές με τη θεραπεία όταν αντιμετωπίζουν τον καρκίνο νωρίτερα.

Εάν κοιτάξετε τη θνησιμότητα των ανδρών από καρκίνο του μαστού, θα δείτε ότι αυξήθηκε τη δεκαετία του ’90, παρέμεινε σε υψηλά επίπεδα περίπου μέχρι το 2005 και στη συνέχεια επέστρεψε στα επίπεδα του ’90.

Αντίθετα, για τις γυναίκες, η χρήση της μαστογραφίας ξεκίνησε στα μέσα της δεκαετίας του ’80 στις ΗΠΑ και αμέσως μετά, το 1990, τα ποσοστά θνησιμότητας άρχισαν να μειώνονται. Και συνεχίζουν να μειώνονται όσο οι γυναίκες υποβάλλονται σε μαστογραφία.

Βλέπουμε λοιπόν ότι οι άνδρες έχουν πρόσβαση στην ίδια θεραπεία αλλά αυτό δεν έχει επηρεάσει τα ποσοστά θνησιμότητας. Αντίθετα, στις γυναίκες τα ποσοστά έχουν μειωθεί ανάλογα με τον αριθμό αυτών που υποβάλλονται σε μαστογραφία.

Οι γυναίκες που επισκέπτονται τον γιατρό μερικές φορές δεν κρύβουν την ανησυχία τους και λένε: «είμαι μπερδεμένη», «γιατί πρέπει να κάνω μαστογραφίες;», «κανείς δεν έχει καρκίνο του μαστού στην οικογένειά μου»… Και υπάρχουν κάποιο «έξυπνοι» γιατροί που απαντούν: «Λοιπόν, εάν δεν υπάρχει κάποιος στην οικογένεια με καρκίνο του μαστού, δε χρειάζεται να ανησυχείτε». Αυτό που δεν καταλαβαίνουν πολλοί άνθρωποι είναι ότι η συντριπτική πλειονότητα των γυναικών που διαγιγνώσκονται με καρκίνο του μαστού κάθε χρόνο, δεν ανήκει σε ομάδα υψηλού κινδύνου. Περίπου το 10% των καρκίνων του μαστού που διαγιγνώσκονται κάθε χρόνο είναι μεταξύ γυναικών που φέρουν γενετικές μεταλλάξεις και ένα 15% σε γυναίκες υψηλού κινδύνου, γυναίκες με οικογενειακό ιστορικό ή γυναίκες στις οποίες βρέθηκαν αλλοιώσεις υψηλού κινδύνου έπειτα από βιοψία.

Η άλλη επίθεση κατά του απεικονιστικού ελέγχου γίνεται από όσους λένε ότι πρέπει να εφαρμόζεται ανάλογα με τον κίνδυνο που διατρέχει το κάθε άτομο. Εμείς στον χώρο της απεικόνισης του μαστού λέμε ότι σε γυναίκες με αυξημένο κίνδυνο για καρκίνο του μαστού, ο έλεγχος αυτός πρέπει να είναι αυξημένος, π.χ. με μαγνητική τομογραφία για μια γυναίκα με γενετική προδιάθεση. Η άλλη πλευρά όμως λέει ότι πρέπει να περιορίσουμε τη μαστογραφία στις γυναίκες με μέσο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού και να την εφαρμόζουμε μόνο σε εκείνες με υψηλό κίνδυνο. Με αυτή τη λογική όμως θα χάναμε τους περισσότερους καρκίνους».

 

Call Now Button