Η ετήσια μαστογραφία εντοπίζει καρκίνους σε πρώιμο στάδιο και σαφώς μικρότερους όγκους από αυτούς που εντοπίζονται σε γυναίκες που υποβάλλονται σε μαστογραφία κάθε 2 χρόνια, σύμφωνα με έρευνα που παρουσιάστηκε στο RSNA (Ακτινολογική Εταιρεία Βορείου Αμερικής) στα τέλη του 2019.
Πάρα πολλές μελέτες, συμπεριλαμβανομένων και δύο μεγάλων ερευνών το 2009 στις ΗΠΑ (Preventive Services Task Force) και το 2013 στο Ηνωμένο Βασίλειο για τις αιτίες θανάτου στη χώρα, αμφισβήτησαν την αξία των προληπτικών ελέγχων με μαστογραφία. Πολλοί γιατροί που αμφέβαλαν για την αξία της μαστογραφίας υποστήριξαν πως ενώ η εξέταση σώζει ζωές, σε κάθε θάνατο από καρκίνο μαστού που προλαμβάνει αντιστοιχούν τρεις με τέσσερις περιπτώσεις υπερδιάγνωσης (λανθασμένος εντοπισμός κακοήθειας ή κάποιας ύποπτης περιοχής για κακοήθεια). Τα ψευδώς θετικά αποτελέσματα από τη μαστογραφία πυροδότησαν έντονη διαμάχη για την αξία των προληπτικών ελέγχων με μαστογραφία.
Το 2015 η Αμερικανική Εταιρεία για τον Καρκίνο συνέστησε τον ετήσιο προληπτικό έλεγχο με μαστογραφία από την ηλικία των 45 ετών και μετά την ηλικία των 55 ετών, έλεγχο ανά διετία. Ωστόσο άλλες εταιρίες επέμεναν πως η ετήσια μαστογραφία είναι επιβεβλημένη για την έγκαιρη και έγκυρη διάγνωση. Η νέα αυτή έρευνα που διεξήχθη με συλλογή στοιχείων από το Michigan Medicine σε δείγμα 232 γυναικών που υποβάλλονταν σε ετήσιους ή διετείς ελέγχους, ηλικίας από 40 ετών έως 84 ετών, οι οποίες διαγνώστηκαν με καρκίνο μαστού το 2016 και το 2017, απέδειξε πως οι κακοήθεις όγκοι που εντοπίστηκαν στις γυναίκες που υποβάλλονταν σε έλεγχο ετησίως ήταν πολλοί μικρότεροι και άρα με πολύ καλύτερη πρόγνωση συγκριτικά με αυτούς που εντοπίστηκαν στις γυναίκες που υποβάλλονταν σε μαστογραφία ανά δύο έτη.
O οργανισμός για τον καρκίνο μαστού συστήνει στις γυναίκες με μέσο κίνδυνο να υποβάλλονται σε μαστογραφία ανά έτος από τα 40 και μετά, να εξετάζονται με αυτοψηλάφηση μία φορά τον μήνα και σε κλινική εξέταση μία φορά τον χρόνο.
Πηγή: Breast Cancer Org.