Ο καρκίνος του μαστού είναι μια ασθένεια που πλήττει εκτός από την υγεία της γυναίκας και τη θηλυκή της υπόσταση, αφού ο γυναικείος μαστός αποτελεί σύμβολο σεξουαλικότητας και μητρότητας.
Από τη Δρ. Δέσποινα Κατσώχη. Ακτινοθεραπευτής – Ογκολόγος. Επικεφαλής της «Ακτινοθεραπευτικής Ογκολογικής Συνεργασίας» στο «Κέντρο Ακτινοθεραπευτικής Ογκολογίας» του ΔΘΚΑ – ΥΓΕΙΑ.
Η μαστεκτομή ως τμήμα της θεραπευτικής προσέγγισης του καρκίνου του μαστού επιβαρύνει τόσο σωματικά όσο και ψυχικά τη γυναίκα, πόσο μάλλον εάν η γυναίκα που νοσεί βρίσκεται σε νεαρή ή προεμμηνοπαυσιακή ηλικία. Η ολοένα συχνότερη διάγνωση πρώιμων σταδίων καρκίνου του μαστού αλλά και η συνολική επιβάρυνση των γυναικών μετά από μαστεκτομή οδήγησε σταδιακά, ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του ’80, στην ανάπτυξη χειρουργικών τεχνικών διατήρησης του μαστού, οι οποίες καθιερώθηκαν ως θεραπείες εκλογής. Για τη ριζική αντιμετώπιση της νόσου, η χειρουργική επέμβαση συνοδεύεται από συμπληρωματική ακτινοθεραπεία του μαστού.
Πολυάριθμες κλινικές μελέτες σε γυναίκες με μαστεκτομή και σε γυναίκες με χειρουργική επέμβαση διατήρησης του μαστού και συμπληρωματική ακτινοθεραπεία έδειξαν ίδια αποτελεσματικά των δύο μεθόδων αντιμετώπισης της νόσου. Αξίζει όμως να σημειωθεί πως στις περιπτώσεις όπου η μερική μαστεκτομή ή ογκεκτομή δεν συνοδεύονταν από ακτινοθεραπεία σημειώνονταν αύξηση των τοπικών υποτροπών και κατά συνέπεια αύξηση και της θνησιμότητας. Η διατήρηση του μαστού χωρίς συμπληρωματική ακτινοθεραπεία θεωρείται ανεπαρκής θεραπευτική προσέγγιση και της γερμανικής και της σουηδικής σχολής σύμφωνα με τη δημοσίευση σχετικών κλινικών μελετών.
Τι συμβαίνει όμως εάν η γυναίκα που νοσεί είναι μικρότερη των 40 ετών, δεδομένου ότι οι νεαρές αυτές γυναίκες – ασθενείς που επιλέγουν να διατηρήσουν το μαστό τους έχουν υψηλότερο κίνδυνο να εμφανίσουν τοπική υποτροπή; Η συνήθης ακτινοθεραπευτική αγωγή απαιτεί σύντομες καθημερινές επισκέψεις 5 έως 7 εβδομάδων, με τη συνολική δόση της ακτινοθεραπείας να κυμαίνεται στα 50 – 60 Gy. Πρόσφατες όμως δημοσιευμένες μελέτες δείχνουν ότι η συμπληρωματική δόση (boost) των 10 – 16 Gy στην κοίτη του όγκου αυξάνει τα ποσοστά του τοπικού ελέγχου της νόσου. Άρα, η επιπλέον δόση ακτινοθεραπείας σε νεώτερες ασθενείς κάτω των 40 ή και 50 ετών μειώνει τον κίνδυνο τοπικής υποτροπής ακόμη και σε πρώιμα στάδια της νόσου. Επιπλέον, η ακτινοθεραπεία περιλαμβάνει και λεμφαδενικές περιοχές σε περίπτωση όπου μικροί όγκοι δίνουν μεταστάσεις στους λεμφαδένες.